τηλεφωτογραφία

τηλεφωτογραφία
η
1. φωτογραφία που παίρνεται με ειδικό τηλεφακό.
2. η μεταβίβαση φωτογραφιών, σχεδιασμάτων κτλ. με ηλεκτρικά μέσα σε μεγάλες αποστάσεις.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • τηλεφωτογραφία — Σύστημα τηλεπικοινωνίας που προορίζεται για τη μεταβίβαση και λήψη εξ αποστάσεως φωτογραφιών ή σχεδίων. Η αρχή λειτουργίας της τ. είναι σε γενικές γραμμές όμοια με αυτή της τηλεόρασης, με τη διαφορά ότι η αναπαραγόμενη εικόνα αποτυπώνεται σε ένα… …   Dictionary of Greek

  • -γραφία — β συνθετικό θηλ. ουσιαστικών τής αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής από τα οποία τα περισσότερα προέρχονται από αντίστοιχα σύνθετα σε γράφος* και δηλώνουν: α) τρόπο γραφής ή εκτυπώσεως (πρβλ. δακτυλογραφία, στενογραφία κ.ά.) β) είδος… …   Dictionary of Greek

  • τηλεστερεογραφία — η, Ν [τηλεστερεογράφος] η τηλεφωτογραφία …   Dictionary of Greek

  • τηλεφωτογράφιση — η, Ν βλ. τηλεφωτογραφία …   Dictionary of Greek

  • τηλεφωτογραφικός — ή, ό, Ν αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην τηλεφωτογραφία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. telephotographic < τηλ(ε) * + φωτογραφικός. Η λ., στον λόγιο τ. τού ουδ. τηλεφωτογραφικόν (μηχάνημα), μαρτυρείται από το 1890 στην εφημερίδα Εστία] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”